Άρθρα
Ιδρυτικός Νόμος ΤΑΥΤΥ/Ενοποιητικός Νόμος ΤΕΑΔΥ
Ταμείο Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων (ΤΑΥΤΥ)
Ιδρυτικός Νόμος ΑΝ 941/49 ΦΕΚ Α 100
Παρείχε με την Υπ. Απόφ. 144/1414/85 ΦΕΚ 324Β ποσοστό 40% επί της καταβαλλόμενης Σύνταξης (ερμηνεία καταβαλλόμενης στον ιδρυτικό Νόμο).
- Πόρος του ΤΑΥΤΥ το 17% των Εισπραττομένων ΔΕΤΕ στα τελωνεία (αρθ. 2 παρ. 1 εδ. Α’ και β’ ΑΝ 941/49).
- Το 17% αυξήθηκε σε 20% Απ. Υπ. Οικ. 1104693/11848/003/2-10 89
Κυρώθηκε με Νόμο 1882/90 αρ. 51
Ν. 1798/88 αρ. 11 παρ. 1
Από το Συνολικό ποσό του Λ/σμού των ΔΕΤΕ που εισπράττεται κατ’ έτος από τα Τελωνεία καταβάλλονται κατά σειρά :
α) Οι ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις αποζημίωσης των Τελωνειακών υπαλλήλων
β) Η Εισφορά 20% του συνόλου των εισπραττομένων ΔΕΤΕ κατατίθεται υπέρ του ΤΑΥΤΥ
γ) Τα λοιπά εισάγονται στον Κρατικό Προϋπολογισμό
ΤΕΑΔΥ
Ενοποιητικός Νόμος 2676/99 ΦΕΚ 1 Α 5-1-1999
Στα άρθρα 14 και 15 προβλέπεται ότι, όπου από τις καταστατικές διατάξεις των καταργουμένων ταμείων Αρωγής των Δημοσίων υπαλλήλων, προβλέπεται μεγαλύτερο ποσοστό από το 20% αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται υπολογιζόμενο (εδαφ. γ’ παρ. 1 αρ. 19) επί του ιδίου Χρηματικού ποσού (Συντάξιμες Αποδοχές) (εδαφ. α’ παρ. 1 του αρ. 19) το ανωτέρω Νόμου. Το πιο πάνω σε συνδυασμό με τις διατάξεις του αρθ. 17 παρ. 1Α εδαφ. δ’ 2η περίπτωση «Τα καταβαλλόμενα δώρα εορτών Χριστουγέννων – Νέου έτους και Πάσχα, καθώς και το επίδομα αδείας δεν υπόκεινται σε κράτηση, με εξαίρεση τους Ασφαλισμένους στο Ταμείο Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων».
Προκύπτει ότι η Επικουρική Σύνταξη θα έπρεπε να καθορισθεί σε ποσοστό 40% (Αποφ. ΤΑΥΤΥ 144/1414/85) επί των Συντάξιμων Αποδοχών και όχι σε ποσοστό 32% όπως αποφάσισε το ΔΣ του ΤΕΑΔΥ (πρακτικό 4/29-4-99). Άρα το εδάφιο α’ της παρ. 1 του αρθ. 19 του ανωτέρω Νόμου καθορίζεται σε ενιαία βάση για όλους τους Ασφαλισμένους του ΤΕΑΔΥ ο τρόπος υπολογισμού της Επικουρικής Σύνταξης λαμβάνονται υπ’ όψιν δύο στοιχεία καθοριζόμενα σαφέστατα από τις εν λόγω διατάξεις :
α) ένα ποσοστό 20% και
β) ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό (Συντάξιμες Αποδοχές) επί του οποίου υπολογίζεται το ποσοστό αυτό
Φαίνεται από το πιο πάνω άρθρο ότι ειδικότερα για τους ασφαλισμένους μέχρι τις 31-12-1992 με τις διατάξεις του εδαφίου γ’ της παρ. 1 του αρ. 19 ορίζεται ότι όπου από τις καταστατικές διατάξεις των καταργουμένων Ταμείων Αρωγής των Δημοσίων Υπαλλήλων προβλέπεται μεγαλύτερο ποσοστό από το 20% αυτό εξακολουθεί να καταβάλλεται υπολογιζόμενο επί ιδίου χρηματικού ποσού (συντάξιμες αποδοχές) του εδαφ. α’ της παρ. 1 του άρθ. 19 στο οποίο και παραπέμπει ρητά.
Κατά συνέπεια των ανωτέρω, το ποσοστό 40% που προβλέπεται από την υπ’ αρ. 144/1414/27-8-85 (ΦΕΚ 324/1985) απόφαση Υπ. Κοινωνικών Υπηρεσιών για τους Συνταξιούχους Τελωνειακούς Υπαλλήλους εξακολουθεί να ισχύει και θα πρέπει να καταβάλλεται επί της Συνταξ. Αποδοχών αυτών.
Αν ο Νόμος (2676/99) ήθελε να ορίσει άλλο χρηματικό ποσό επί του οποίου θα υπολογιζόταν το ποσοστό του 40% θα όριζε ρητά, όπως ρητά όρισε για το ποσοστό και όπως ρητά επίσης ορίζεται από τις διατάξεις της δεύτερης περίπτωσης του εδαφ. δ της παρ. 1Α του αρ. 17 του Ενοποιητικού Ν. 2676/99 προκειμένου να εξακολουθεί, κατ’ εξαίρεση, και μόνο για τους Τελωνειακούς υπαλλήλους ή διενέργεια κρατήσεων για το ΤΕΑΔΥ και επί των καταβαλλόμενων δώρων εορτών Χριστουγέννων, Νέου Έτους και Πάσχα και του επιδόματος αδείας, όπως γινόταν μέχρι της καταργήσεως του Ταμείου τους (ΤΑΥΤΥ), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του Ν. 152/1975 (ΦΕΚ 182Α). Το άρθρο 17 Ν. 2676/99 μπορείτε να το δείτε στο υπ’ αρ. 1 ΦΕΚ τεύχος Α’.
Από το ανωτέρω άρθρο που αναφέρεται στους πόρους του Νέου Ταμείου, φαίνεται ότι κατά την ενοποίηση των Ταμείων πρέπει να μεταφερθούν τα αποθεματικά των καταργουμένων Ταμείων στους Ειδικούς Λογαριασμούς των οικείων Φορέων και να ολοκληρωθούν εντός εξαμήνου.
Από την παράγραφο 3 του αρθ. 17 που προβλέπει «Τα έσοδα που προέρχονται από παροχές μέσω Ειδικών Λογαριασμών Εκτός Κρατικού Προϋπολογισμού, περιέχονται στο ΤΕΑΔΥ και τηρούνται σε ειδικούς Λογαριασμούς κατά φορέα προέλευσης» δείχνει τον Επιμερισμό και τη Μεταφορά των αποθεματικών του Ειδικού Λογαριασμού ΔΕΤΕ.
Έτσι δημιουργήθηκε ο Ειδικός Λογαριασμός (αρθ. 17 παρ. 3) ο οποίος Λογαριασμός πρέπει να τηρείται χωριστά στην Τράπεζα Ελλάδος (Ν. 2676/99 αρ. 17 και Ν. 3220/2004 αρ. 45) με την ονομασία «ΤΕΑΔΥ Ειδικός Λογαριασμός Τελωνειακών Υπαλλήλων».
Ο Ειδικός Λογαριασμός τροφοδοτείται από το 20% του Νόμου 1798/88 αρ. 11 παρ. 1 (Συνόλου Εισπραττομένων ΔΕΤΕ στα Τελωνεία).
Από τον Ειδικό Λογαριασμό καταβάλλεται στους Συνταξιούχους Τελωνειακούς το πέραν του 20% ποσοστού που καταβάλλεται στους υπολοίπους Δημοσίους Υπαλλήλους (περίπτωση α’ παράγραφος 1 άρθρου 19 του Νόμου 2676/99) και ως τέτοιο ποσοστό διατηρήθηκε κατά την περίπτωση γ’ του ίδιου άρθρου.
Ανακεφαλαιώνεται το υπόλοιπο ποσό. Σύνταξη κατά το άρθ. 19 παρ. 1γ όσοι παίρνουν μεγαλύτερο ποσοστό εξακολουθεί να καταβάλλεται από Ειδικό Λογαριασμό κατά φορέα προέλευσης εσόδου που τηρούνται στο ΤΕΑΔΥ.
Τα ποσά κάθε Λογαριασμού χορηγούνται για την αύξηση της μηνιαίας σύνταξης.
Ο Ειδικός Λογαριασμός λοιπόν που συστάθηκε με το Ν. 2676/99 αρ. 17 παρ. 3 και αναγνωρίζει την αρχή της ανταποδοτικότητας τηρείται χωριστά στην Τράπεζα Ελλάδος αρθ. 4 Ν. 3220/4 με αριθμό 2509867 με τίτλο «ΤΕΑΔΥ Ειδικός Λογαριασμός ΙΑ Υπηρεσιακής Μονάδος» (και αργότερα «Τελωνιακών Υπαλλήλων) τροφοδοτείται με το 20% των εισπραττομένων ΔΕΤΕ κατ’ έτος.
Έχει σκοπό την αύξηση της επικουρικής σύνταξης βοηθηματούχων τέως ΤΑΥΤΥ.
Ασκείται η διαχείριση και λειτουργία του Ειδικού Λογαριασμού από Επιτροπή Διαχείρισης Τ 2614/809/21-6-2005 Υπ. Απόφαση Υπ. Οικ. (ΦΕΚ 890/Β) εξεδόθη σύμφωνα με τις Διατάξεις Ν. 2526/97 (ΦΕΚ 205 Α). Καταβάλλεται το 40% της καταβαλλόμενης που αναλύεται σε α) 20% από το 3% της μισθοδοσίας Ν. 3220/4 αρ. 45 και β) 20% από τον Ειδικό Λογαριασμό
Ανοίγουμε μία παρένθεση (Το ΤΕΑΔΥ με το υπ’ αριθμ. 4/29-4-99 πρακτικό αποφάσισε το ποσοστό 40% της καταβαλλόμενης να γίνει 32% (20%+12%) «προκειμένου να καταστεί δυνατή η εφαρμογή των διατάξεων του αρθ. 19 του Ν. 2676/99» και ότι το «32% είναι ΙΣΟΔΥΝΑΜΟ με το ισχύον 40% επί της σύνταξης του ΓΛΚ», δεν βρίσκουν νόμιμα Έρεισμα από καμία διάταξη του Νόμου 2676/99 δεν προκύπτει η δυνατότητα «κατασκευής» «ισοδύναμου ποσοστού» και η επικαλούμενη «αδυναμία» δήθεν εφαρμογής της σαφούς και ρητής Διάταξης του αρθ. 19 του Ν. 2676/99 δεν έχει νομική θεμελίωση και αντικειμενική υπόσταση).
Συνεχίζουμε για τον Ειδικό Λογαριασμό.
Καταργήθηκε με το Ν. 3697/08 παρ. 3 αρθ. 2. Μετά την κατάργηση Ειδικών Λογαριασμών η περιουσία τους περιέρχεται αυτοδίκαια στην περιουσία των ΝΠΔΔ εν προκειμένω το ΤΕΑΔΥ.
Μεταφέρεται ο Λογαριασμός των Τελωνειακών στο Λογαριασμό του ΤΕΑΔΥ.
Προσέφυγε η ΠΕΣΤΥ στο Συμβούλιο Επικρατείας.
Επανασύσταση εκδίδεται η υπ’ αριθμ. 2/42439 Α 0024/2009 Υπ. Αποφ. Υπουργού Οικονομικών και ορίζει ότι η διαχείριση και λειτουργία του Λογαριασμού από το ΓΛΚ.
Το ΤΕΑΔΥ ζητά την κατάργηση της Δίκης με το υπ’ αριθμ. ___________ έγγραφό του.
Δηλώνει ότι μετά την πιο πάνω απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ζητά από την Τράπεζα Ελλάδος με το υπ’ αριθμ. _______ έγγραφό του ο Ειδικός Λογαριασμός ΤΕΑΔΥ να επανέλθει στην προτέρα κατάσταση «ΤΕΑΔΥ Ειδικός Λογαριασμός Τελωνειακών Υπαλλήλων».
Η ΠΕΣΤΥ δια του δικηγόρου της κ. Θ. Πέππα ζήτησε να αναβληθεί η Δίκη και να ενημερωθεί από την Τράπεζα Ελλάδος, αν πραγματικά ο εν λόγω Ειδικός Λογαριασμός Τελωνειακών Υπαλλήλων έχει επανέλθει εις την προτέρα κατάσταση.
Η Τράπεζα Ελλάδος με το υπ’ αριθμ. 6406/7-7-11 έγγραφο απάντησε ότι λόγω απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων δεν μπορεί να γνωρίσει στην ΠΕΣΤΥ πληροφορίες για τον εν λόγω λογαριασμό και της προτείνει να απευθυνθεί στο ΓΛΚ Δ/νση 24η αρμοδία για την Διαχείριση σύμφωνα με την πιο πάνω απόφαση Υπ. Οικονομικών ή στο ΤΕΑΔΥ. Αργότερα η ΠΕΣΤΥ πληροφορείται από την απάντηση του ΤΕΑΔΥ σε ερώτημα της ΟΤΥΕ ότι η επαναφορά του Λογαριασμού δεν πραγματοποιήθηκε διότι η Τράπεζα Ελλάδος σε σχετικό της ερώτημα στο Υπουργείο Οικονομικών (έτσι αόριστα) εκείνο δεν απάντησε.
Κατόπιν όλων αυτών, που η ΠΕΣΤΥ θεώρησε εμπαιγμό και όλων των άλλων πληροφοριών που κυκλοφορούσαν, αποφάσισε από κοινού με την ΟΤΥΕ να ζητήσει σχετικές πληροφορίες για την ύπαρξη του Ειδικού Λογαριασμού.
Εστάλη η από 30-11-2012 εξώδικη διαμαρτυρία και ελήφθη η από 22-4-2013 απάντηση, η οποία δεν ικανοποίησε την ΠΕΣΤΥ και το ΔΣ αποφάσισε ομόφωνα να ζητήσει Εισαγγελική παρέμβαση.
Έκτοτε πληροφορούμεθα προφορικά «ότι ο Ειδικός Λογαριασμός ετροφοδοτείτο κανονικά με τα γνωστά ποσά κατ’ έτος έως και 2011. Για το έτος 2012 φαίνεται ότι κατά την διαδικασία της ενταλματοποίησης για την αποστολή στο ΤΕΑΔΥ των χρημάτων, ζητείται από τη Γενική Δ/νση Οικονομικών Υπηρεσιών εγγραφή στον Προϋπολογισμό (Δ 3β 5045383 ΕΞ 2012). Η Δ/νση Προϋπολογισμού του Γενικού Λογιστηρίου, απευθύνει ερώτημα στο Νομικό Σύμβουλο του Υπουργείου Οικονομικών (2/88594/31-12-2013). Ζητά να ερευνήσει «εάν διατηρείται η υποχρέωση καταβολής στο ΤΕΑΔΥ του 20% επί των εισπραττομένων ΔΕΤΕ (αρ. 11 Ν. 1798/88).
Ο ανωτέρω Νομικός Σύμβουλος εφαρμόζοντας τις κείμενες Διατάξεις αποφαίνεται ότι το θέμα άπτεται του Υπουργείου Εργασίας και ζητά από τη Δ/νση Προϋπολογισμού να απευθυνθεί και στο Νομικό Σύμβουλο του Υπ. Εργασίας (4933/15-4-2013).
Η εν λόγω Δ/νση απευθύνει το σχετικό ερώτημα και στο Νομικό Σύμβουλο του Υπουργείου Εργασίας (239056/13-5-2013).
Είμαστε σε αναμονή.
Εμείς προβήκαμε σε διάφορες ενέργειες. Επισκεφθήκαμε κατ’ επανάληψη το Υπουργείο Εργασίας, τον Γεν. Γραμματέα κ. Δ. Κοκκόρη και τον Υφυπουργό κ. Παναγιωτόπουλο. Καταθέσαμε σχετική επιστολή την οποία θα δείτε στην ιστοσελίδα μας.
Διευθυντής του γραφείου του κ. Κοκκόρη έχει τοποθετηθεί ο κ. Πατατανές, υιός του Συναδέλφου Γιώργου Πατατανέ. Γνωρίζει καλά το θέμα των ΔΕΤΕ και του Ειδικού Λογαριασμού και ενδιαφέρεται προσωπικά.
Επίσης ενεργά ασχολείται και η ΟΤΥΕ (κα Μπουκουβάλα).
Για νεώτερο θα σας ενημερώσουμε.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΥ
ΑΙΤΗΣΗ
- Της Δευτεροβάθμιας Συνδικαλιστικής Οργανώσεως του άρθρου 1 παρ. 3β΄ του ν. 1264/1982 με την επωνυμία «Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος» (Ο.Τ.Υ.Ε.), η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 4 και εκπροσωπείται νομίμως.
- Του Σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων Τελωνειακών Υπαλλήλων» (Π.Ε.Σ.Τ.Υ.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 36 και εκπροσωπείται νομίμως.
ΠΡΟΣ
- Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως» (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού Πειραιώς αριθμός 9-11 και εκπροσωπείται νομίμως, υπό την ιδιότητα του διαδόχου του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων» (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), δυνάμει των άρθρων 36 και 48 του ν. 4052/2012 και του άρθρου 12 της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Α΄ 256/31.12.2012.
- Την «Τράπεζα της Ελλάδος», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου αριθμός 21 και εκπροσωπείται νομίμως.
- Την 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αμερικής αριθμός 6.
- Την Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφαλίσεως και Πρόνοιας και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αριθμός 29.
* * * * * * * * *
Αθήνα, ...09.2013
- 1.Τα Δικαιώματα Εκτελέσεως Τελωνειακών Εργασιών (εφ’ εξής Δ.Ε.ΤΕ.) καθιερώθηκαν κατ’ εφαρμογή της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 3 του ν. 928/1917 περί Οργανισμού της Τελωνειακής Υπηρεσίας. Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 22 παρ. 9 του ν. 2443/1996 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 265) ορίσθηκε ότι οι εισπράξεις του λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. θα κατατίθεντο από την δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε ειδικό έντοκο λογαριασμό που θα ανοιγόταν σε οποιαδήποτε από τις λειτουργούσες στην Ελλάδα αναγνωρισμένες τράπεζες, ενώ, με το άρθρο μόνο της με αριθμό Τ. 5878/2366 (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1271/1998) αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, ορίσθηκε ότιαπό 01.01.1999 οι ταμίες των Τελωνειακών Αρχών της Χώρας θα έπρεπε να καταθέτουν τις ημερήσιες εισπράξεις Δ.Ε.Τ.Ε. στον λογαριασμό ο οποίος τηρείτο στο Υποκατάστημα της Τράπεζας Ελλάδος στον Πειραιά, ο δε λογαριασμός αυτός διατηρήθηκε με την με αριθμό 2/54820/Α0024 απόφαση του ίδιου Υπουργού (Φ.Ε.Κ. Β΄ 998/2000).
- 2.Εξ άλλου, το άρθρο 3 παρ. 1β΄ του α.ν. 941/1949 περί Ιδρύσεως Ταμείου Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων (Τ.Α.Υ.Τ.Υ.), όρισε ότι πόροι του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., μεταξύ άλλων, ήσαν: α. αφ’ ενός μεν, εισφορές υπολογιζόμενες σε ποσοστό επί των δεδουλευμένων και εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., β. αφ’ ετέρου δε, τακτικές εισφορές/κρατήσεις υπολογιζόμενες σε ποσοστό επί των αποδοχών των ασφαλισμένων στο Ταμείο αυτό. Ειδικώς για τις εισφορές επί των Δ.Ε.Τ.Ε., με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 1798/1988 ορίστηκε ότι, από το συνολικό ποσόν του λογαριασμού των Δ.Ε.Τ.Ε. το οποίο εισπραττόταν κατ’ έτος, θα καταβαλλόταν, μεταξύ άλλων και, η υπέρ του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. εισφορά, ανερχόμενη σε ποσοστό 17% επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., το οποίο αυξήθηκε σε 20%, δυνάμει της με αριθμό 1104693/11848/003/02.10.1989 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄/738/1989), η οποία κυρώθηκε νομοθετικώς και απέκτησε ισχύ νόμου, δυνάμει του άρθρου 51 του ν. 1882/
- 3.Εξ άλλου, δυνάμει του άρθρου 14 του ν. 2676/1999 συστήθηκε από την 01.04.1999 το «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων» (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), με σκοπό την παροχή επικουρικής συντάξεως στα αναφερόμενα στον νόμο αυτόν πρόσωπα, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους, ενώ, συμφώνως προς την παρ. 1 του άρθρου 16 του ιδίου νόμου, από την ημερομηνία της συστάσεως του ως άνω Ταμείου, τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 15 του νόμου αυτού Ταμεία Αρωγής, μεταξύ των οποίων και το Ταμείο Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων (Τ.Α.Υ.Τ.Υ.), καταργήθηκαν.
- 4.Με το άρθρο 17 του ίδιου ως άνω νόμου, ορίσθηκαν εν γένει τα περί των πόρων τού Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ενώ με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου ορίσθηκε ειδικώς, ότι τα έσοδα, τα οποία προέρχονται από παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού (όπως ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε.), περιέρχονται στο Ταμείο αυτό και θα τηρούνται σε ειδικούς λογαριασμούς κατά φορέα προελεύσεως εσόδου. Μάλιστα, ως γνωστόν, ανοίχτηκε, προκειμένου να μεταφερθούν εκεί όλα τα εν λόγω ποσά, ο με αριθμό 250986/7 λογαριασμός στην Τράπεζα της Ελλάδος (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Με την ίδια διάταξη ορίστηκε, ότι τα ποσά κάθε λογαριασμού χορηγούνται για την αύξηση της μηνιαίας συντάξεως των συνταξιούχων των φορέων από τους οποίους προέρχονται τα επιπλέον έσοδα, αναλόγως με την οικονομική δυνατότητα κάθε ειδικού λογαριασμού.
- 5.Με το δε άρθρο 45 του ν. 3220/2004 προστέθηκαν στην ίδια παράγραφο του ίδιου άρθρου (άρθρο 17 παρ. 3 του ν. 2676/1999), ως προς τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό επί των εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., τα εξής: «Ειδικά για όλους τους ασφαλισμένους του ΤΕΑΔΥ που λαμβάνουν παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού από ΔΙΒΕΕΤ και ΔΕΤΕ επιβάλλεται κράτηση ή εισφορά κατά περίπτωση επί των παροχών αυτών ως ακολούθως: ... β) Εισφορά σε ποσοστό 20%, η οποία υπολογίζεται επί του συνόλου των εισπραττόμενων στα τελωνεία ΔΕΤΕ για τους δικαιούχους ΔΕΤΕ. Από το ποσοστό αυτό αφαιρούνται οι κρατήσεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 Α και της εισφοράς του ασφαλισμένου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 Β του άρθρου αυτού». Περαιτέρω, ως προς τις τακτικές εισφορές, ήτοι τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό κρατήσεων επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, υφίσταται διαφοροποίηση (στο άρθρο 17 του ν. 2676/1999, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 45 του ν. 3220/2004 και το άρθρο 21 του ν. 3232/2004), αναλόγως εάν επρόκειτο για ασφαλισμένους μέχρι την 31.12.1992 (άρθρο 17 παρ. 1Α περ. δ΄ του ν. 2676/1999, όπως ισχύει) ή για ασφαλισμένους από την 01.01.1993 και μετά (άρθρο 17 παρ. 1Β περ. α΄ του ν. 2676/1999, όπως ισχύει και εν προκειμένω παραπέμπει στις διατάξεις των άρθρων 22 και 32 του ν. 2084/1992, όπως οι τελευταίες ισχύουν).
- 6.Με την ίδια ως άνω παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 2676/1999, ορίστηκε, ότι με αναλογιστική μελέτη, η οποία έπρεπε να εκπονηθεί εντός εξαμήνου από την δημοσίευση του εν λόγω νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα προσδιοριζόταν το ποσόν, το οποίο είχε προέλθει από την επιπλέον κράτηση των ανωτέρω παροχών, το οποίο με απόφαση του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. θα έπρεπε να μεταφερθεί από το αποθεματικό των καταργούμενων ταμείων στους κατά τα ανωτέρω συσταθέντες ειδικούς λογαριασμούς των οικείων φορέων.
- 7.Επομένως, έσοδα του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. υπήρξαν, μεταξύ άλλων, και τα έσοδα από τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και οι (τακτικές) εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό κρατήσεων επί των αποδοχών των ασφαλισμένων. Βεβαίως, τα ως άνω ποσά, προορίζονται κατά νόμο αποκλειστικώς και μόνον να αυξάνουν την επικουρική σύνταξη των τελωνειακών υπαλλήλων. Μάλιστα, ως ανωτέρω αναφέρθηκε, τα ποσά αυτά θα έπρεπε να τροφοδοτούν τον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων.
- 8.Στον λογαριασμό αυτόν θα έπρεπε να έχουν, ήδη από το έτος 1999, μεταφερθεί όλα τα ως άνω ποσά, ήτοι, όχι μόνον όσα περιήλθαν στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., την 01.04.1999, αλλά και όσα θα είχαν προκύψει από την εκπόνηση της κατά τα ως άνω αναλογιστικής μελέτης, ενώ ο συγκεκριμένος αυτός λογαριασμός θα έπρεπε να είναι εκείνος ο οποίος εξακολουθεί να τροφοδοτείται από το ποσοστό επί των συνολικώς εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις (τακτικές εισφορές) οι οποίες λαμβάνουν χώρα στις αποδοχές κάθε ασφαλισμένου τελωνειακού υπαλλήλου, εν ενεργεία ή συνταξιούχου.
- 9.Αντ’ αυτού, όμως, το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ουδέποτε μετέφερε οιοδήποτε ποσόν στον ως άνω λογαριασμό και ουδέποτε μερίμνησε για την εκπόνηση την ως άνω αναλογιστικής μελέτης, με αποτέλεσμα, όλα τα ως άνω ποσά, τα οποία προέρχονται από τις εισφορές που υπολογίζονται σε ποσοστό επί του συνόλου των εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις τακτικές κρατήσεις επί των αποδοχών του κάθε τελωνειακού ασφαλισμένου (και τα οποία, ως προαναφέρθηκε, προορίζονται κατά νόμο αποκλειστικώς και μόνον να αυξάνουν την επικουρική σύνταξη των τελωνειακών υπαλλήλων), να κατατίθενται, να παρακολουθούνται και να αποτελούν αντικείμενο διαχειρίσεως, όχι στον ως άνω με αριθμό 250986/7 λογαριασμό ως έδει, αλλά στον με αριθμό 250984/2 Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος.
- 10.Εξ άλλου, δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3697/2008 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 194/25.09.2008), ορίστηκε, ότι, εντός διμήνου από την δημοσίευση του νόμου αυτού, θα καταργούνταν όλοι οι Ειδικοί Λογαριασμοί του άρθρου 1 του ιδίου νόμου, οι οποίοι λειτουργούσαν σε Υπουργεία, ν.π.δ.δ. και τον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα. Κατά δε το άρθρο 1 του ν. 3697/2008, ως ειδικοί λογαριασμοί για τους σκοπούς του νόμου αυτού νοούνταν οι λογαριασμοί, οι οποίοι λειτουργούσαν με νομική και διαχειριστική αυτοτέλεια, τροφοδοτούνταν από το προϊόν κοινωνικών πόρων, είχαν συσταθεί με ειδικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και δια των οποίων καταβάλλονταν παροχές σε υπαλλήλους ή εξυπηρετούντο άλλοι ειδικοί σκοποί. Επί τη βάσει του άρθρου 2 παρ. 3 και 4 του ίδιου νόμου τα περιουσιακά στοιχεία, αλλά και οι πόροι (οι διατάξεις περί των οποίων διατηρήθηκαν σε ισχύ) των ως άνω λογαριασμών θα αποτελούσαν (από την κατάργησή τους) δημόσια περιουσία, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι λογαριασμοί αυτοί λειτουργούσαν σε Υπουργεία, περιουσία δε του οικείου φορέα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λειτουργούσαν σε ν.π.δ.δ., ενώ, αντιστοίχως, οι πόροι και το προϊόν τους θα αποτελούσαν δημόσια έσοδα και θα περιέρχονταν αυτοδικαίως στον Κρατικό Προϋπολογισμό ή περιουσία του ν.π.δ.δ., στου οποίου τον προϋπολογισμό θα περιέρχονταν επίσης αυτοδικαίως. Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 2 του ν. 3697/2008 εκδόθηκε η με αριθμό 2/82565/12.11.2008 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία καταργήθηκε ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε. και ενσωματώθηκε στον Κρατικό Προϋπολογισμό στον Κ.Α.Ε. 3415, γεγονός το οποίο καταδεικνύει την βούληση του νομοθέτη να εντάξει τον ως άνω Ειδικό Λογαριασμό Δ.Ε.Τ.Ε. στην έννοια των Ειδικών Λογαριασμών του άρθρου 1 του ν. 3697/2008, οι οποίοι καταργήθηκαν συμφώνως προς το άρθρο 2 του ίδιου νόμου. (Το εν λόγω γεγονός οδηγεί στην έγερση πλήθους νομικών ζητημάτων, η ανάπτυξη των οποίων εκφεύγει του σκοπού της παρούσας αιτήσεως, ενώ νομικά ζητήματα γεννώνται και αναφορικώς με το εάν και με ποιον τρόπο επηρεάστηκε από τις ως άνω διατάξεις και ο Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./ πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων.)
- 11.Σε κάθε περίπτωση, ο ως άνω Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./ πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων ρητώς εξαιρέθηκε από την κατάργηση δυνάμει της οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009) και, μάλιστα, αναδρομικώς από την έναρξη ισχύος του ν. 3697/2008, ήτοι από την 25.09.2008 (ημερομηνία δημοσιεύσεως του νόμου αυτού στο Φ.Ε.Κ. Α΄ 194), ενώ, δυνάμει της ίδιας ως άνω Υπουργικής Αποφάσεως, η διαχείριση και η λειτουργία του λογαριασμού αυτού, ο οποίος συστάθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. 2676/1999, ορίσθηκε ότι θα ασκείται από την 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Ως εκ τούτου, και μάλιστα κατά νόμο, τα περιουσιακά στοιχεία του ως άνω Λογαριασμού, αλλά και οι πόροι αυτού καθώς και το προϊόν τους, ουδέποτε αποτέλεσαν περιουσία του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και ουδέποτε περιήλθαν στον Προϋπολογισμό του, η δε Τράπεζα της Ελλάδος, ουδέποτε είχε την παραμικρή αρμοδιότητα ως προς την διαχείριση ή λειτουργία του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού.
- 12.Μάλιστα, ακόμη και το ίδιο το Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο είχε αρχικώς (δυνάμει της με αριθμό 20/15/03.12.2008 αποφάσεως) αποφασίσει την κατ’ εφαρμογή των άρθρων 1 και 2 του ν. 3697/2008 κατάργηση του τηρούμενου (αν και όχι με τον νόμιμο τρόπο όπως ανωτέρω παρατίθεται, ήτοι όχι χωριστά) στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικού Λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. και την μεταφορά του χρηματικού υπολοίπου του καταργούμενου ειδικού λογαριασμού στον λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος, αποφάσισε ομοφώνως (με την απόφαση 1 της 44/08.07.2009 Συνεδριάσεώς του): α. να ανακαλέσει, λόγω της αλλαγής της νομοθεσίας, η οποία επήλθε από και με την έκδοση της με αριθμό οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009), την ως άνω απόφαση περί καταργήσεως του Ειδικού Λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., β. να εκτελέσει την ως άνω Υπουργική Απόφαση και γ. να προβεί στο άνοιγμα λογαριασμών διαχειρίσεως διαθεσίμων στην Τράπεζα της Ελλάδος στο Κεντρικό Κατάστημα, για την λειτουργία του λογαριασμού 250986/7 «Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικός Λογαριασμός Τελωνειακών Υπαλλήλων».
- 13.Εν συνεχεία, με την Απόφαση 2 της 46/22.07.2009 συνεδριάσεως του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., αποφασίστηκε ομοφώνως, όπως, σε εκτέλεση της παρ. 1 της ως άνω οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μεταφερθεί το ποσόν των ογδόντα εννέα εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€ 89.500.000,00) από τον Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. με αριθμό 250984/2 στην Τράπεζα της Ελλάδος, στον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ. πρώην Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Σημειωτέον, ότι το ως άνω ποσόν δεν γνωρίζουμε σε τι ακριβώς αντιστοιχεί και με ποιον τρόπο αυτό αναλυτικώς προκύπτει, καθώς ερωτήματα τα οποία αμφότεροι εξ ημών έχουμε επανειλημμένως θέσει ενώπιον του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., αναφορικώς με το ακριβές ύψος των διαθέσιμων του Ειδικού Λογαριασμού Τ.Ε.Α.Δ.Υ. πρώην Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων, αλλά και του τρόπου με τον οποίον τα διαθέσιμα αυτά έχουν προκύψει, έχουν αντιμετωπισθεί με υπεκφυγές και με αδικαιολόγητες αρνήσεις παραδοχής υπαιτιότητας εκ μέρους του (καταργηθέντος πλέον) Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο αρνείται συνεχώς τις κατά νόμο αρμοδιότητες και ευθύνες του. Αντιστοίχως βεβαίως έχει πράξει και η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία (όπως προκύπτει από το με αριθμό 6406/07.07.2011 έγγραφο του Τμήματος Δημοσίων Οργανισμών της Διευθύνσεως Εργασιών Δημοσίου της ως άνω Τράπεζας) εφαρμόζει αυστηρώς το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων, όταν απευθύνεται στην δεύτερη από εμάς, ενώ, αντιστοίχως, ομολογεί, ότι στερείται οιασδήποτε αρμοδιότητας ως προς την διαχείριση και λειτουργία του εν λόγω λογαριασμού και παραπέμπει προς τούτο στην αρμόδια 24η Διεύθυνση – Λογαριασμών του Δημοσίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Το τελευταίο δε λαμβάνει χώρα την στιγμή κατά την οποία το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. (με το με αριθμό 13874/8328/16.06.2011 έγγραφό του) αρνείται την οποιαδήποτε υπαιτιότητά του ισχυριζόμενο, ότι η αναρμόδια κατά παραδοχή της ίδιας (!!) Τράπεζα της Ελλάδος αδυνατεί να εφαρμόσει την ως άνω οικ.2/42439/Α0024/2009 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009) και για τον λόγο τούτο ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. που τηρείται, παρά τις ρητές και σαφείς επιταγές του νόμου, στον Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και όχι χωριστά, παρακολουθείται από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. μόνον λογιστικώς (!!).
- 14.Επί τη βάσει των ανωτέρω αναφανδόν προκύπτει, ότι τα προερχόμενα από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. ποσά, αλλά και όλα όσα εξακολουθούν να συγκεντρώνονται έως και σήμερα από τα Δ.Ε.Τ.Ε. και τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων, θα έπρεπε να έχουν κατατεθεί και να εξακολουθούν να κατατίθενται και να τηρούνται χωριστά, στον ως άνω με αριθμό 250986/7 λογαριασμό (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Τούτο δε, θα έπρεπε να έχει λάβει χώρα, κατά την ρητή επιταγή του άρθρου 17 παρ. 3 του ν. 2676/1999, σε κάθε περίπτωση μετά την, με μέριμνα και ενέργειες του κατά νόμο υπόχρεου Τ.Ε.Α.Δ.Υ., εκπόνηση (έστω και αν η διενέργεια και εκτέλεση της εν λόγω μελέτης ανετίθετο από το ως άνω αρμόδιο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην έχουσα τα μέσα προς την εκτέλεση της μελέτης Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων) της προβλεπόμενης αναλογιστικής μελέτης.
- 15.Εξ άλλου, με το άρθρο 35 του ν. 4052/2012 συστήθηκε ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως» (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο αποτελεί πλέον καθολικό διάδοχο του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ως προς όλα τα δικαιώματα και όλες τις υποχρεώσεις του τελευταίου.
- 16.Πλην, όμως, λόγω του γεγονότος, ότι, ούτε το Ε.Τ.Ε.Α. το οποίο διαδέχθηκε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος, ούτε βεβαίως η 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους έχουν εκπληρώσει τις ρητές και σαφείς κατά νόμο υποχρεώσεις τους, τα ως άνω ποσά (τα οποία περιήλθαν αρχικώς μεν στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., ακολούθως δε στο Ε.Τ.Ε.Α., από και με την ένταξη του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. σε αυτό, εν συνεχεία δε από την εξακολουθητική είσπραξη ποσοστού επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων) δεν τηρούνται όπως θα έπρεπε χωριστά στον ως άνω Λογαριασμό Τελωνειακών Υπαλλήλων ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος.
- 17.Τούτο έχει ως αποτέλεσμα, αφ’ ενός μεν, να μην είναι γνωστό το ακριβές υπόλοιπο του ποσού, το οποίο θα έπρεπε προ πολλού ήδη χρόνου να έχει κατατεθεί στον ως άνω Λογαριασμό, αφ’ ετέρου δε, το ποσόν αυτό, το οποίο δικαιωματικώς και κατά νόμο ανήκει στους τελωνειακούς υπαλλήλους και δεν αποτελεί σε καμμία περίπτωση προϊόν κοινωνικών πόρων, να τελεί σε κίνδυνο παράνομης συγχύσεως με τα χρηματικά ποσά των υπόλοιπων ασφαλιστικών φορέων επικουρικής ασφαλίσεως, οι οποίοι συναπάρτιζαν το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και συναπαρτίζουν το Ε.Τ.Ε.Α. και τα αποθεματικά των οποίων (μεταξύ άλλων φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως) αποτελούν το Κοινό Κεφάλαιο των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ασφαλιστικών φορέων, το οποίο διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος συμφώνως προς την παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997.
- 18.Σημειώνουμε δε ξανά, ότι ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των ποσών αυτών, τα οποία θα έπρεπε να τηρούνται χωριστά στον Ειδικό Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων, ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος, καταδεικνύεται και αποδεικνύεται αν μη τι άλλο από το γεγονός, ότι μόνη κατά νόμο αρμόδια για την διαχείριση και λειτουργία του ως άνω Λογαριασμού, άρα και του συνόλου των ως άνω ποσών, όποια και αν είναι αυτά (τουλάχιστον βεβαίως € 89.500.000,00, όπως ρητώς ομολόγησε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο παρακολουθούσε, έστω και ως μη έδει, λογιστικώς την κίνηση των ποσών αυτών), ήταν και εξακολουθεί να είναι η 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και σε καμμία περίπτωση η Τράπεζα της Ελλάδος (όπως άλλωστε έχει ομολογήσει κατά τα ανωτέρω και η ίδια).
Επειδή τα ανωτέρω είναι βάσιμα και αληθή.
Επειδή αμφότεροι εξ ημών έχουμε αυτονόητο, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να προβούμε σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την εξυπηρέτηση και την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των τελωνειακών υπαλλήλων, τόσο των εν ενεργεία (οι πρώτοι εξ ημών) όσο και των συνταξιούχων (οι δεύτεροι εξ ημών).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΡΗΤΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΔΙΑΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ
ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ
ΖΗΤΟΥΜΕ από όλους τους φορείς στους οποίους η παρούσα απευθύνεται και εντός του πλαισίου το οποίο ορίζεται για τον καθένα από τις διατάξεις των νόμων και από τις αρμοδιότητες τις οποίες οι τελευταίοι αναθέτουν στους φορείς αυτούς, να προβείτε αρμοδίως και αμελλητί σε κάθε νόμιμη, προβλεπόμενη και απαραίτητη ενέργεια προκειμένου:
- 1.να διενεργηθεί η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 2676/1999 αναλογιστική μελέτη,
- 2.να προσδιορισθούν επακριβώς και να μάς γνωστοποιηθούν εγγράφως και αναλυτικώς (πιστώσεις κατ’ είδος και ύψος, χρεώσεις κατ’ είδος και ύψος και υπόλοιπα) τα χρηματικά ποσά: α. τα οποία προήλθαν από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. και την διαδοχή του από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και β. τα οποία εξακολουθούν να συγκεντρώνονται εις χείρας του Ε.Τ.Ε.Α. το οποίο διαδέχθηκε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., τόσο από το ποσοστό επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων, (με την επιπλέον σημείωση, ότι προφανώς δεν αρκεί προς τούτο ο προχειρότατος, ακατανόητος και άσχετος με τα αιτηθέντα πίνακας τον οποίον μάς γνωστοποίησε το Ε.Τ.ΕΑ. με την από 19.04.2013 εξώδικη απάντησή του στην από 30.11.2012 εξώδικη διαμαρτυρία, πρόσκληση και δήλωσή μας)
- 3.να μεταφερθούν εντόκως στον με αριθμό 250986/7 Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων τα ως άνω υπό β. χρηματικά ποσά, σε κάθε όμως περίπτωση να μεταφερθεί στον Λογαριασμό αυτόν ποσόν το οποίο θα ανέρχεται τουλάχιστον στο ύψος των ογδόντα εννέα εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€ 89.500.000,00), ήτοι στο ύψος το οποίο προσδιόρισε το ποσόν αυτό το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο παρακολουθούσε (έστω και παρανόμως) την κίνηση του ποσού αυτού λογιστικώς, παραγγέλλοντας την Τράπεζα της Ελλάδος να μεταφέρει το ποσόν αυτό στον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων,
- 4.να ανακληθεί οιαδήποτε τυχόν διαχειριστική πράξη της παντελώς αναρμόδιας (καθ’ ομολογία της ίδιας) Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία τυχόν έλαβε χώρα λόγω της (σε κάθε περίπτωση παράνομης) τυχόν συγχύσεως των ως άνω υπό β. ποσών (για τα οποία είναι και ήταν αναρμόδια) με τα λοιπά ποσά του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ή του Ε.Τ.Ε.Α. τα οποία αυτή διαχειρίζεται.
Είναι αυτονόητο, πως, σε περίπτωση κατά την οποία δεν συμμορφωθείτε με οιοδήποτε εκ των ανωτέρω αιτημάτων (καθ’ ο μέρος βεβαίως κάθε ένα από τα αιτήματα αυτά αφορά σε κάθε έναν από εσάς τους φορείς στους οποίους η παρούσα απευθύνεται) σας δηλώνουμε ότι θα εξαντλήσουμε κάθε εκ του νόμου προβλεπόμενο δικαίωμα, προκειμένου να επιτύχουμε την πλήρη αποζημίωσή μας για κάθε θετική ή αποθετική ζημία, την οποία προκάλεσε σε εν ενεργεία ή συνταξιούχους τελωνειακούς υπαλλήλους δια των πράξεων ή των παραλείψεων, τόσο οιοσδήποτε εξ υμών ως νομικών προσώπων ή/και φορέων/υπηρεσιών, όσο και οιοδήποτε εκ των αρμοδίων και υπαιτίων φυσικών προσώπων - οργάνων του.
ΟΙ ΑΙΤΟΥΝΤΕΣ
Για την Ο.Τ.Υ.Ε. Για την Π.Ε.Σ.Τ.Υ.
ΑΙΤΗΣΗ 30 Οκτωβρίου 2013
ΑΙΤΗΣΗ
- Της Δευτεροβάθμιας Συνδικαλιστικής Οργανώσεως του άρθρου 1 παρ. 3β΄ του ν. 1264/1982 με την επωνυμία «Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος» (Ο.Τ.Υ.Ε.), η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 4 και εκπροσωπείται νομίμως.
- Του Σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων Τελωνειακών Υπαλλήλων» (Π.Ε.Σ.Τ.Υ.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 36 και εκπροσωπείται νομίμως.
ΠΡΟΣ
- Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως» (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού Πειραιώς αριθμός 9-11 και εκπροσωπείται νομίμως, υπό την ιδιότητα του διαδόχου του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων» (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), δυνάμει των άρθρων 36 και 48 του ν. 4052/2012 και του άρθρου 12 της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Α΄ 256/31.12.2012.
- Την «Τράπεζα της Ελλάδος», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου αριθμός 21 και εκπροσωπείται νομίμως.
- Την 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αμερικής αριθμός 6.
- Την Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφαλίσεως και Πρόνοιας και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αριθμός 29.
* * * * * * * * *
- 1.Σε συνέχεια της υπ’ αριθμ. πρωτ. 349/26.09.2013 αιτήσεώς μας, η οποία σάς έχει επιδοθεί νομίμως, και ειδικώς ως προς την ρητή επιφύλαξη την οποία εκεί διατυπώσαμε ως προς την αποτίμηση και διεκδίκηση και των περιουσιακών δικαιωμάτων του καταργηθέντος Τ.Α.Υ.Τ.Υ. επί της, στην Αθήνα και δη επί της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13-15 ευρισκόμενης, πολυκατοικίας ιδιοκτησίας του, με την παρούσα, η οποία αποτελεί ενιαίο και αναπόσπαστο μέρος της ως άνω αιτήσεώς μας, με την παρούσα σάς γνωστοποιούμε και αιτούμαστε και τα ακόλουθα.
- 2.Περιγραφή Ακίνητης Περιουσίας πρώην Ταμείου Αρωγής Τελωνειακών Υπαλλήλων (Τ.Α.Υ.Τ.Υ.): Πρόκειται περί μίας πολυκατοικίας, κείμενης στην Αθήνα, εντός του εγκεκριμένου σχεδίου της πόλεως των Αθηνών, της περιφέρειας του Δήμου Αθηναίων και επί της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13-15, μετά του οικοπέδου της και της εν γένει περιοχής της, εκτάσεως μέτρων τετραγωνικών επτακοσίων είκοσι ενός και εκατόν είκοσι πέντε εκατοστών (721,25 τ.μ.), συνορευόμενης (κατά τους τίτλους ιδιοκτησίας αυτής) Αρκτικώς με ιδιοκτησία πρώην Ζώτου και Τσάτσου και ήδη Σούτσου, Ρώμα και Αντωνιάδου, Μεσημβρινώς με ιδιοκτησία Χαρίση Ταγαρά και Αγγελέα, Ανατολικώς με ιδιοκτησία πρώην Θεοφιλά και ήδη Δρακοπούλου και Δυτικώς με την οδό Φιλελλήνων. Το Τ.Α.Υ.Τ.Υ. αγόρασε αποκλειστικώς εκ χρημάτων του:
2.1. α. τον υπόγειο, β. τον ισόγειο, γ. τον ύπερθεν του ισογείου ημιώροφο και δ. τμήμα επί της προσόψεως του δευτέρου μετά τον ημιώροφο όροφο, καθώς και διάφορα εκ πλινθοδομής κτίσματα επί της ταράτσας του κτιρίου, δυνάμει του με αριθμό 67/31.08.1951 αγοραπωλητηρίου συμβολαιογραφικού εγγράφου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Φωκίωνος Δημητρίου Έρωτα, νομίμως μεταγραφέντος στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στις οποίες οριζόντιες ιδιοκτησίες αναλογεί επί του οικοπέδου και των κοινόχρηστων χώρων και εγκαταστάσεων ποσοστό επτακοσίων ογδόντα τεσσάρων χιλιοστών (784‰) εξ αδιαιρέτου της όλης πολυκατοικίας.
2.2. Τον πρώτο όροφο μετά το ισόγειο κατάστημα και τον ημιώροφο, δυνάμει του με αριθμό 68/31.08.1951 αγοραπωλητηρίου συμβολαιογραφικού εγγράφου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Φωκίωνος Δημητρίου Έρωτα, νομίμως μεταγραφέντος στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στις οποίες οριζόντιες ιδιοκτησίες αναλογεί επί του οικοπέδου και των κοινόχρηστων χώρων και εγκαταστάσεων ποσοστό εκατόν πενήντα χιλιοστών (150‰) εξ αδιαιρέτου της όλης πολυκατοικίας.
2.3. Ένα διαμέρισμα εσωτερικό εκ του δευτέρου ορόφου, δυνάμει του με αριθμό 69/31.08.1951 αγοραπωλητηρίου συμβολαιογραφικού εγγράφου του Συμβολαιογράφου Αθηνών Φωκίωνος Δημητρίου Έρωτα, νομίμως μεταγραφέντος στα Βιβλία Μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών, στις οποίες οριζόντιες ιδιοκτησίες αναλογεί επί του οικοπέδου και των κοινόχρηστων χώρων και εγκαταστάσεων ποσοστό εξήντα έξι χιλιοστών (66‰) εξ αδιαιρέτου της όλης πολυκατοικίας.
2.4. Δηλονότι, με τον ως άνω τρόπο το Τ.Α.Υ.Τ.Υ. απέκτησε από ίδιους πόρους εξ ολοκλήρου το ως άνω κτίριο.
- 3.Ακολούθως, ως καλώς γνωρίζετε, το ως άνω ακίνητο περιήλθε αυτοδικαίως στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ομού μετά τού συνόλου του ενεργητικού και του παθητικού του καταργηθέντος πλέον Τ.Α.Υ.Τ.Υ., δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 15 και 16 του ν. 2676/1999. Συμφώνως δε προς την διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 16 του ως άνω νόμου, το ως άνω κτίριο περιήλθε στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. με την από 12.10.1999 και με αριθμό πρωτοκόλλου Β1/144/3839 διαπιστωτική πράξη του τότε υφυπουργού του ΥΠ.Ε.Κ.Α., η οποία μεταγράφηκε νομίμως στα Βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών.
- 4.Όπως επίσης καλώς γνωρίζετε, το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 12 της από 31.12.2012 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, εντάχθηκε υποχρεωτικώς από την 01.01.2013 στο Ε.Τ.Ε.Α. και, συνεκδοχικώς, το σύνολο του ενεργητικού και παθητικού, καθώς και η ακίνητη και κινητή περιουσία του πρώτου (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.) περιήλθε αυτοδικαίως, κατά την διάταξη του άρθρου 45 παρ. 2 του ν. 4052/2012, στο τελευταίο (Ε.Τ.Ε.Α.). Επομένως, συμφώνως προς τον ως άνω νόμο (όσο ατελής και αν είναι αυτός) και την ως άνω Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου (η οποία είναι εξ ίσου ατελής, αν όχι και περισσότερο από πολλές απόψεις, η ανάλυση των οποίων δεν είναι της παρούσης), το ως άνω ακίνητο ιδιοκτησίας του καταργηθέντος Τ.Α.Υ.Τ.Υ. περιήλθε πλέον στο Ε.Τ.Ε.Α., χωρίς όμως μέχρι σήμερα να έχει μεταγραφεί ουδεμία πράξη στα Βιβλία του Υποθηκοφυλακείου Αθηνών.
- 5.Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα ως άνω συμβολαιογραφικά έγγραφα με αριθμούς 67, 68 και 69/31.08.1951 του Συμβολαιογράφου Αθηνών Φωκίωνος Δημητρίου Έρωτα, το σύνολο του ως άνω ακινήτου της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13 - 15 αποκτήθηκε από το Τ.Α.Υ.Τ.Υ. κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή αποκλειστικώς εκ χρημάτων του Ταμείου αυτού, ήτοι εκ χρημάτων τα οποία, συμφώνως προς το άρθρο 3 παρ. 1β΄ του α.ν. 941/1949 («Περί Ιδρύσεως Ταμείου Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων», ΦΕΚ Α΄ 100/28.04.1949) και το άρθρο 6 παρ. 1 του β.δ. της 09/19.09.1950 («Περί Καταστατικού του Ταμείου Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων», Φ.Ε.Κ. Α΄ 210/19.09.1950) περιήλθαν στο Ταμείο αυτό από κρατηθείσες εισφορές υπολογισθείσες επί του μισθού των τελωνειακών υπαλλήλων, καθώς και από κρατηθείσες εισφορές επί των δεδουλευμένων Δικαιωμάτων Εκτελέσεως Τελωνειακών Εργασιών (Δ.Ε.Τ.Ε.) και επενδύθηκαν, συμφώνως προς το άρθρο 7 παρ. 1 περ. γ. του ίδιου β.δ., σε αγορά κεντρικού ακινήτου εντός του σχεδίου της πόλεως των Αθηνών. Με άλλους λόγους, το ως άνω ακίνητο αποκτήθηκε αποκλειστικώς και μόνον με πόρους, οι οποίοι ευθέως και εξ ολοκλήρου προήλθαν από το προϊόν της εργασίας τελωνειακών υπαλλήλων, η οποία συμφώνως προς τον νόμο αποτέλεσε την περιουσία του ως άνω καταργηθέντος Τ.Α.Υ.Τ.Υ., η οποία εν συνεχεία νομίμως αποταμιεύθηκε και επενδύθηκε από αυτό. Ως εκ τούτου, και το ως άνω ακίνητο της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13-15 υπήρξε ενιαίο και αδιαίρετο στοιχείο της συνολικής περιουσίας του ως άνω καταργηθέντος Ταμείου, η οποία κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, περιήλθε στο Ε.Τ.Ε.Α..
- 6.Επί τη βάσει των ανωτέρω, αλλά και για τους λόγους, οι οποίοι καταλεπτώς παρατίθενται στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 349/26.09.2013 αίτησή μας, η οποία σάς έχει επιδοθεί νομίμως και με την οποία η παρούσα αποτελεί ενιαίο, αδιάσπαστο και αδιαίρετο όλον, ολόκληρη η περιουσία του καταργηθέντος Τ.Α.Υ.Τ.Υ., συμπεριλαμβανομένης και της αξίας του εν λόγω ακινήτου, θα έπρεπε να έχει, τουλάχιστον ως λογιστικό μέγεθος αποτιμητό σε χρήμα (με την εμπορική του μάλιστα αξία κατά τον χρόνο της μεταβίβασης), περιέλθει, συμφώνως προς την συλλογιστική πορεία, η οποία ακολουθείται στην ως άνω αίτησή μας (στην οποία και παραπέμπουμε προς αποφυγή άσκοπων επαναλήψεων), στον με αριθμό 250986/7 Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων, ο οποίος θα έπρεπε να τηρείται κεχωρισμένως στην Τράπεζα της Ελλάδος και η αρμοδιότητα για την λειτουργία και διαχείριση του οποίου κατά νόμο ανήκει στην 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους.
- 7.Εξ άλλου, ο ως άνω Ειδικός Λογαριασμός, όπως άλλωστε αποτελεί κοινό στοιχείο αναφορικώς με την νομική φύση των Ειδικών Λογαριασμών, (θα έπρεπε να) διέπεται από νομική και διαχειριστική αυτοτέλεια, συστήθηκε δε με κανονιστική πράξη (άρθρο 17 παρ. 3 του ν. 2676/1999 σε συνδυασμό με την με αριθμό οικ.2/42439/Α0024/2009 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία ρητώς εξαίρεσε τον λογαριασμό αυτόν από την κατάργηση του άρθρου 2 του ν. 3697/2008), προκειμένου να εξυπηρετήσει τον συγκεκριμένο ειδικό σκοπό της αυξήσεως της μηνιαίας συντάξεως των συνταξιούχων τελωνειακών υπαλλήλων. Και ναι μεν οι Ειδικοί Λογαριασμοί, όπως ο προκείμενος, δεν διαθέτουν ιδία νομική προσωπικότητα, αλλά συνιστούν νομικό μόρφωμα, ήτοι μία ιδιαίτερη νομική οντότητα, και αποτελούν χωριστή ομάδα περιουσίας, η οποία ευρίσκεται και τελεί υπό την αιγίδα και την διαχείριση (διαχειριστική αυτοτέλεια) κάποιου, κατά κανόνα, νομικού προσώπου. Ο εν λόγω δε Ειδικός Λογαριασμός, δεν ευρίσκεται ούτε τελεί υπό την αιγίδα και την διαχείριση κάποιου νομικού προσώπου, αλλά αυτού του ιδίου του Ελληνικού Δημοσίου, στον στενό πυρήνα του οποίου ανήκει η αρμόδια για την διαχείριση και λειτουργία του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού 24η Διεύθυνση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Πρέπει δε να τονίσουμε, ότι, συμφώνως προς την απολύτως κρατούσα στην θεωρία και την νομολογία άποψη, οι Ειδικοί Λογαριασμοί, όπως και ο προκείμενος, συνιστούν αυτοτελή, αυθύπαρκτη και διακεκριμένη ομάδα δικαίου, επειδή ως τέτοιοι έχουν συσταθεί με πολιτειακή πράξη και για τον λόγο αυτόν διακρίνονται από την λοιπή περιουσία του νομικού προσώπου, εν προκειμένω δε του ίδιου του Δημοσίου. Κατά μείζονα, λοιπόν, λόγο, σε συνδυασμό με τα όσα έχουμε ήδη εκθέσει στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 349/26.09.2013 αίτησή μας, αφού η περιουσία του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού είναι αυτοτελής, αυθύπαρκτη και διακριτή ομάδα περιουσίας και ομάδα δικαίου, της οποίας η διαχείριση και λειτουργία ανήκει στον στενό Δημόσιο τομέα, η Τράπεζα της Ελλάδος στερείται παντελώς και σε κάθε περίπτωση οποιασδήποτε τέτοιας διαχειριστικής αρμοδιότητας, όπως άλλωστε και η ίδια έχει ομολογήσει.
Επειδή τα ανωτέρω είναι βάσιμα και αληθή.
Επειδή αμφότεροι εξ ημών έχουμε αυτονόητο, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να προβούμε σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την εξυπηρέτηση και την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των τελωνειακών υπαλλήλων, τόσο των εν ενεργεία (οι πρώτοι εξ ημών) όσο και των συνταξιούχων (οι δεύτεροι εξ ημών).
Επειδή η παρούσα αποτελεί ενιαίο, αδιάσπαστο και αδιαίρετο όλον με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 349/26.09.2013 αίτησή μας, η οποία σάς έχει νομίμως επιδοθεί και στα λοιπά αιτήματα της οποίας νομίμως παραπέμπουμε με την παρούσα
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΡΗΤΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΔΙΑΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ
ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ
ΖΗΤΟΥΜΕ, σε συνδυασμό με το αίτημα της υπ’ αριθμ. πρωτ. 349/26.09.2013 αιτήσεώς μας,από όλους τους φορείς στους οποίους η παρούσα απευθύνεται και εντός του πλαισίου το οποίο ορίζεται για τον καθένα από τις διατάξεις των νόμων και από τις αρμοδιότητες τις οποίες οι τελευταίοι αναθέτουν στους φορείς αυτούς, να προβείτε αρμοδίως και αμελλητί σε κάθε νόμιμη, προβλεπόμενη και απαραίτητη ενέργεια, προκειμένου να καταγραφεί, να αποτιμηθεί και να μεταφερθεί ως λογιστικό μέγεθος (με την εμπορική του αξία κατά τον χρόνο της μεταβίβασης προσαυξημένης με τους νόμιμους τόκους, όπως έχουμε αναφερθεί στην ως άνω εξώδικη δήλωση μας), το ως άνω αναλυτικώς περιγραφόμενο ακίνητο (το οποίο ευρίσκεται επί της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13-15) στον με αριθμό 250986/7 Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων.
ΓΙΑ ΤΗΝ Ο.Τ.Υ.Ε.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΡΙΜΠΟΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΠΟΥΚΟΥΒΑΛΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ Π.Ε.Σ.Τ.Υ.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΝΙΟΒΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΛΑΚΑΣ
ΑΙΤΗΣΗ 26 Σεπτεμβρίου 2013
ΑΙΤΗΣΗ
- 1.Της Δευτεροβάθμιας Συνδικαλιστικής Οργανώσεως του άρθρου 1 παρ. 3β΄ του ν. 1264/1982 με την επωνυμία «Ομοσπονδία Τελωνειακών Υπαλλήλων Ελλάδος» (Ο.Τ.Υ.Ε.), η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 4 και εκπροσωπείται νομίμως.
- 2.Του Σωματείου με την επωνυμία «Πανελλήνια Ένωση Συνταξιούχων Τελωνειακών Υπαλλήλων» (Π.Ε.Σ.Τ.Υ.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ακαδημίας αριθμός 36 και εκπροσωπείται νομίμως.
ΠΡΟΣ
- 1.Το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.) με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως» (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο εδρεύει στην Αθήνα επί της οδού Πειραιώς αριθμός 9-11 και εκπροσωπείται νομίμως, υπό την ιδιότητα του διαδόχου του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων» (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), δυνάμει των άρθρων 36 και 48 του ν. 4052/2012 και του άρθρου 12 της Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, η οποία δημοσιεύθηκε στο Φ.Ε.Κ. Α΄ 256/31.12.2012.
- 2.Την «Τράπεζα της Ελλάδος», η οποία εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Ελευθερίου Βενιζέλου αριθμός 21 και εκπροσωπείται νομίμως.
- 3.Την 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Οικονομικών και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Αμερικής αριθμός
- 4.Την Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία υπάγεται στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφαλίσεως και Πρόνοιας και εδρεύει στην Αθήνα, επί της οδού Σταδίου αριθμός
* * * * * * * * *
Αθήνα, 24.09.2013
- 1.Τα Δικαιώματα Εκτελέσεως Τελωνειακών Εργασιών (εφ’ εξής Δ.Ε.ΤΕ.) καθιερώθηκαν κατ’ εφαρμογή της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 3 του ν. 928/1917 περί Οργανισμού της Τελωνειακής Υπηρεσίας. Περαιτέρω, δυνάμει του άρθρου 22 παρ. 9 του ν. 2443/1996 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 265) ορίσθηκε ότι οι εισπράξεις του λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. θα κατατίθεντο από την δημοσίευση του νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, σε ειδικό έντοκο λογαριασμό που θα ανοιγόταν σε οποιαδήποτε από τις λειτουργούσες στην Ελλάδα αναγνωρισμένες τράπεζες, ενώ, με το άρθρο μόνο της με αριθμό Τ. 5878/2366 (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1271/1998) αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών, ορίσθηκε ότιαπό 01.01.1999 οι ταμίες των Τελωνειακών Αρχών της Χώρας θα έπρεπε να καταθέτουν τις ημερήσιες εισπράξεις Δ.Ε.Τ.Ε. στον λογαριασμό ο οποίος τηρείτο στο Υποκατάστημα της Τράπεζας Ελλάδος στον Πειραιά, ο δε λογαριασμός αυτός διατηρήθηκε με την με αριθμό 2/54820/Α0024 απόφαση του ίδιου Υπουργού (Φ.Ε.Κ. Β΄ 998/2000).
- 2.Εξ άλλου, το άρθρο 3 παρ. 1β΄ του α.ν. 941/1949 περί Ιδρύσεως Ταμείου Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων (Τ.Α.Υ.Τ.Υ.), όρισε ότι πόροι του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., μεταξύ άλλων, ήσαν: α. αφ’ ενός μεν, εισφορές υπολογιζόμενες σε ποσοστό επί των δεδουλευμένων και εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., β. αφ’ ετέρου δε, τακτικές εισφορές/κρατήσεις υπολογιζόμενες σε ποσοστό επί των αποδοχών των ασφαλισμένων στο Ταμείο αυτό. Ειδικώς για τις εισφορές επί των Δ.Ε.Τ.Ε., με το άρθρο 11 παρ. 1 του ν. 1798/1988 ορίστηκε ότι, από το συνολικό ποσόν του λογαριασμού των Δ.Ε.Τ.Ε. το οποίο εισπραττόταν κατ’ έτος, θα καταβαλλόταν, μεταξύ άλλων και, η υπέρ του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. εισφορά, ανερχόμενη σε ποσοστό 17% επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., το οποίο αυξήθηκε σε 20%, δυνάμει της με αριθμό 1104693/11848/003/02.10.1989 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄/738/1989), η οποία κυρώθηκε νομοθετικώς και απέκτησε ισχύ νόμου, δυνάμει του άρθρου 51 του ν. 1882/
- 3.Εξ άλλου, δυνάμει του άρθρου 14 του ν. 2676/1999 συστήθηκε από την 01.04.1999 το «Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως Δημοσίων Υπαλλήλων» (Τ.Ε.Α.Δ.Υ.), με σκοπό την παροχή επικουρικής συντάξεως στα αναφερόμενα στον νόμο αυτόν πρόσωπα, καθώς και στα μέλη των οικογενειών τους, ενώ, συμφώνως προς την παρ. 1 του άρθρου 16 του ιδίου νόμου, από την ημερομηνία της συστάσεως του ως άνω Ταμείου, τα αναφερόμενα στην παρ. 1 του άρθρου 15 του νόμου αυτού Ταμεία Αρωγής, μεταξύ των οποίων και το Ταμείο Αρωγής και Υγείας Τελωνειακών Υπαλλήλων (Τ.Α.Υ.Τ.Υ.), καταργήθηκαν.
- 4.Με το άρθρο 17 του ίδιου ως άνω νόμου, ορίσθηκαν εν γένει τα περί των πόρων τού Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ενώ με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου ορίσθηκε ειδικώς, ότι τα έσοδα, τα οποία προέρχονται από παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού (όπως ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε.), περιέρχονται στο Ταμείο αυτό και θα τηρούνται σε ειδικούς λογαριασμούς κατά φορέα προελεύσεως εσόδου. Μάλιστα, ως γνωστόν, ανοίχτηκε, προκειμένου να μεταφερθούν εκεί όλα τα εν λόγω ποσά, ο με αριθμό 250986/7 λογαριασμός στην Τράπεζα της Ελλάδος (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Με την ίδια διάταξη ορίστηκε, ότι τα ποσά κάθε λογαριασμού χορηγούνται για την αύξηση της μηνιαίας συντάξεως των συνταξιούχων των φορέων από τους οποίους προέρχονται τα επιπλέον έσοδα, αναλόγως με την οικονομική δυνατότητα κάθε ειδικού λογαριασμού.
- 5.Με το δε άρθρο 45 του ν. 3220/2004 προστέθηκαν στην ίδια παράγραφο του ίδιου άρθρου (άρθρο 17 παρ. 3 του ν. 2676/1999), ως προς τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό επί των εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., τα εξής: «Ειδικά για όλους τους ασφαλισμένους του ΤΕΑΔΥ που λαμβάνουν παροχές μέσω ειδικών λογαριασμών εκτός του Κρατικού Προϋπολογισμού από ΔΙΒΕΕΤ και ΔΕΤΕ επιβάλλεται κράτηση ή εισφορά κατά περίπτωση επί των παροχών αυτών ως ακολούθως: ... β) Εισφορά σε ποσοστό 20%, η οποία υπολογίζεται επί του συνόλου των εισπραττόμενων στα τελωνεία ΔΕΤΕ για τους δικαιούχους ΔΕΤΕ. Από το ποσοστό αυτό αφαιρούνται οι κρατήσεις της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 Α και της εισφοράς του ασφαλισμένου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 1 Β του άρθρου αυτού». Περαιτέρω, ως προς τις τακτικές εισφορές, ήτοι τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό κρατήσεων επί των αποδοχών των ασφαλισμένων, υφίσταται διαφοροποίηση (στο άρθρο 17 του ν. 2676/1999, όπως τροποποιήθηκε από το άρθρο 45 του ν. 3220/2004 και το άρθρο 21 του ν. 3232/2004), αναλόγως εάν επρόκειτο για ασφαλισμένους μέχρι την 31.12.1992 (άρθρο 17 παρ. 1Α περ. δ΄ του ν. 2676/1999, όπως ισχύει) ή για ασφαλισμένους από την 01.01.1993 και μετά (άρθρο 17 παρ. 1Β περ. α΄ του ν. 2676/1999, όπως ισχύει και εν προκειμένω παραπέμπει στις διατάξεις των άρθρων 22 και 32 του ν. 2084/1992, όπως οι τελευταίες ισχύουν).
- 6.Με την ίδια ως άνω παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 2676/1999, ορίστηκε, ότι με αναλογιστική μελέτη, η οποία έπρεπε να εκπονηθεί εντός εξαμήνου από την δημοσίευση του εν λόγω νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, θα προσδιοριζόταν το ποσόν, το οποίο είχε προέλθει από την επιπλέον κράτηση των ανωτέρω παροχών, το οποίο με απόφαση του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. θα έπρεπε να μεταφερθεί από το αποθεματικό των καταργούμενων ταμείων στους κατά τα ανωτέρω συσταθέντες ειδικούς λογαριασμούς των οικείων φορέων.
- 7.Επομένως, έσοδα του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. υπήρξαν, μεταξύ άλλων, και τα έσοδα από τις εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και οι (τακτικές) εισφορές οι οποίες υπολογίζονται σε ποσοστό κρατήσεων επί των αποδοχών των ασφαλισμένων. Βεβαίως, τα ως άνω ποσά, προορίζονται κατά νόμο αποκλειστικώς και μόνον να αυξάνουν την επικουρική σύνταξη των τελωνειακών υπαλλήλων. Μάλιστα, ως ανωτέρω αναφέρθηκε, τα ποσά αυτά θα έπρεπε να τροφοδοτούν τον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων.
- 8.Στον λογαριασμό αυτόν θα έπρεπε να έχουν, ήδη από το έτος 1999, μεταφερθεί όλα τα ως άνω ποσά, ήτοι, όχι μόνον όσα περιήλθαν στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., την 01.04.1999, αλλά και όσα θα είχαν προκύψει από την εκπόνηση της κατά τα ως άνω αναλογιστικής μελέτης, ενώ ο συγκεκριμένος αυτός λογαριασμός θα έπρεπε να είναι εκείνος ο οποίος εξακολουθεί να τροφοδοτείται από το ποσοστό επί των συνολικώς εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις (τακτικές εισφορές) οι οποίες λαμβάνουν χώρα στις αποδοχές κάθε ασφαλισμένου τελωνειακού υπαλλήλου, εν ενεργεία ή συνταξιούχου.
- 9.Αντ’ αυτού, όμως, ουδέποτε έλαβε χώρα η μεταφορά οιουδήποτε ποσού στον ως άνω λογαριασμό και ουδέποτε ελήφθη μέριμνα για την εκπόνηση την ως άνω αναλογιστικής μελέτης, με αποτέλεσμα, όλα τα ως άνω ποσά, τα οποία προέρχονται από τις εισφορές που υπολογίζονται σε ποσοστό επί του συνόλου των εισπραχθέντων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις τακτικές κρατήσεις επί των αποδοχών του κάθε τελωνειακού ασφαλισμένου (και τα οποία, ως προαναφέρθηκε, προορίζονται κατά νόμο αποκλειστικώς και μόνον να αυξάνουν την επικουρική σύνταξη των τελωνειακών υπαλλήλων), να κατατίθενται, να παρακολουθούνται και να αποτελούν αντικείμενο διαχειρίσεως, όχι στον ως άνω με αριθμό 250986/7 λογαριασμό ως έδει, αλλά στον με αριθμό 250984/2 Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος.
- 10.Εξ άλλου, δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3697/2008 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 194/25.09.2008), ορίστηκε, ότι, εντός διμήνου από την δημοσίευση του νόμου αυτού, θα καταργούνταν όλοι οι Ειδικοί Λογαριασμοί του άρθρου 1 του ιδίου νόμου, οι οποίοι λειτουργούσαν σε Υπουργεία, ν.π.δ.δ. και τον ευρύτερο Δημόσιο Τομέα. Κατά δε το άρθρο 1 του ν. 3697/2008, ως ειδικοί λογαριασμοί για τους σκοπούς του νόμου αυτού νοούνταν οι λογαριασμοί, οι οποίοι λειτουργούσαν με νομική και διαχειριστική αυτοτέλεια, τροφοδοτούνταν από το προϊόν κοινωνικών πόρων, είχαν συσταθεί με ειδικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις και δια των οποίων καταβάλλονταν παροχές σε υπαλλήλους ή εξυπηρετούντο άλλοι ειδικοί σκοποί. Επί τη βάσει του άρθρου 2 παρ. 3 και 4 του ίδιου νόμου τα περιουσιακά στοιχεία, αλλά και οι πόροι (οι διατάξεις περί των οποίων διατηρήθηκαν σε ισχύ) των ως άνω λογαριασμών θα αποτελούσαν (από την κατάργησή τους) δημόσια περιουσία, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι λογαριασμοί αυτοί λειτουργούσαν σε Υπουργεία, περιουσία δε του οικείου φορέα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες λειτουργούσαν σε ν.π.δ.δ., ενώ, αντιστοίχως, οι πόροι και το προϊόν τους θα αποτελούσαν δημόσια έσοδα και θα περιέρχονταν αυτοδικαίως στον Κρατικό Προϋπολογισμό ή περιουσία του ν.π.δ.δ., στου οποίου τον προϋπολογισμό θα περιέρχονταν επίσης αυτοδικαίως. Περαιτέρω, κατ’ εξουσιοδότηση του άρθρου 2 του ν. 3697/2008 εκδόθηκε η με αριθμό 2/82565/12.11.2008 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, με την οποία καταργήθηκε ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε. και ενσωματώθηκε στον Κρατικό Προϋπολογισμό στον Κ.Α.Ε. 3415, γεγονός το οποίο καταδεικνύει την βούληση του νομοθέτη να εντάξει τον ως άνω Ειδικό Λογαριασμό Δ.Ε.Τ.Ε. στην έννοια των Ειδικών Λογαριασμών του άρθρου 1 του ν. 3697/2008, οι οποίοι καταργήθηκαν συμφώνως προς το άρθρο 2 του ίδιου νόμου.
- 11.Σε κάθε περίπτωση, ο ως άνω Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./ πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων ρητώς εξαιρέθηκε από την κατάργηση, δυνάμει της οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009) και, μάλιστα, αναδρομικώς από την έναρξη ισχύος του ν. 3697/2008, ήτοι από την 25.09.2008 (ημερομηνία δημοσιεύσεως του νόμου αυτού στο Φ.Ε.Κ. Α΄ 194), ενώ, δυνάμει της ίδιας ως άνω Υπουργικής Αποφάσεως, η διαχείριση και η λειτουργία του λογαριασμού αυτού, ο οποίος συστάθηκε κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 7 παρ. 3 του ν. 2676/1999, ορίσθηκε ότι θα ασκείται από την 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Ως εκ τούτου, και μάλιστα κατά νόμο, τα περιουσιακά στοιχεία του ως άνω Λογαριασμού, αλλά και οι πόροι αυτού καθώς και το προϊόν τους, ουδέποτε αποτέλεσαν περιουσία του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και ουδέποτε περιήλθαν στον Προϋπολογισμό του, η δε Τράπεζα της Ελλάδος, ουδέποτε είχε την παραμικρή αρμοδιότητα ως προς την διαχείριση ή λειτουργία του εν λόγω Ειδικού Λογαριασμού.
- 12.Μάλιστα, ακόμη και το ίδιο το Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο είχε αρχικώς (δυνάμει της με αριθμό 20/15/03.12.2008 αποφάσεως) αποφασίσει την κατ’ εφαρμογή των άρθρων 1 και 2 του ν. 3697/2008 κατάργηση του τηρούμενου (αν και όχι με τον νόμιμο τρόπο όπως ανωτέρω παρατίθεται, ήτοι όχι χωριστά) στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικού Λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. και την μεταφορά του χρηματικού υπολοίπου του καταργούμενου ειδικού λογαριασμού στον λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην Τράπεζα της Ελλάδος, αποφάσισε ομοφώνως (με την απόφαση 1 της 44/08.07.2009 Συνεδριάσεώς του): α. να ανακαλέσει, λόγω της αλλαγής της νομοθεσίας, η οποία επήλθε από και με την έκδοση της με αριθμό οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009), την ως άνω απόφαση περί καταργήσεως του Ειδικού Λογαριασμού Δ.Ε.Τ.Ε. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., β. να εκτελέσει την ως άνω Υπουργική Απόφαση και γ. να προβεί στο άνοιγμα λογαριασμών διαχειρίσεως διαθεσίμων στην Τράπεζα της Ελλάδος στο Κεντρικό Κατάστημα, για την λειτουργία του λογαριασμού 250986/7 «Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Ειδικός Λογαριασμός Τελωνειακών Υπαλλήλων».
- 13.Εν συνεχεία, με την Απόφαση 2 της 46/22.07.2009 συνεδριάσεως του Δ.Σ. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., αποφασίστηκε ομοφώνως, όπως, σε εκτέλεση της παρ. 1 της ως άνω οικ.2/42439/Α0024/2009 αποφάσεως του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, μεταφερθεί το ποσόν των ογδόντα εννέα εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€ 89.500.000,00) από τον Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. με αριθμό 250984/2 στην Τράπεζα της Ελλάδος, στον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ. πρώην Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Σημειωτέον, ότι το ως άνω ποσόν δεν γνωρίζουμε σε τι ακριβώς αντιστοιχεί και με ποιον τρόπο αυτό αναλυτικώς προκύπτει, καθώς ερωτήματα τα οποία αμφότεροι εξ ημών έχουμε επανειλημμένως θέσει ενώπιον του Τ.Ε.Α.Δ.Υ., αναφορικώς με το ακριβές ύψος των διαθέσιμων του Ειδικού Λογαριασμού Τ.Ε.Α.Δ.Υ. πρώην Υπηρεσιακής Μονάδος ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων, αλλά και του τρόπου με τον οποίον τα διαθέσιμα αυτά έχουν προκύψει, έχουν αντιμετωπισθεί με υπεκφυγές και με αδικαιολόγητες αρνήσεις παραδοχής υπαιτιότητας εκ μέρους του (καταργηθέντος πλέον) Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο αρνείται συνεχώς τις κατά νόμο αρμοδιότητες και ευθύνες του. Αντιστοίχως βεβαίως έχει πράξει και η Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία (όπως προκύπτει από το με αριθμό 6406/07.07.2011 έγγραφο του Τμήματος Δημοσίων Οργανισμών της Διευθύνσεως Εργασιών Δημοσίου της ως άνω Τράπεζας) εφαρμόζει αυστηρώς το απόρρητο των τραπεζικών καταθέσεων, όταν απευθύνεται στην δεύτερη από εμάς, ενώ, αντιστοίχως, ομολογεί, ότι στερείται οιασδήποτε αρμοδιότητας ως προς την διαχείριση και λειτουργία του εν λόγω λογαριασμού και παραπέμπει προς τούτο στην αρμόδια 24η Διεύθυνση – Λογαριασμών του Δημοσίου του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους. Το τελευταίο δε λαμβάνει χώρα την στιγμή κατά την οποία το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. (με το με αριθμό 13874/8328/16.06.2011 έγγραφό του) αρνείται την οποιαδήποτε υπαιτιότητά του ισχυριζόμενο, ότι η αναρμόδια κατά παραδοχή της ίδιας (!!) Τράπεζα της Ελλάδος αδυνατεί να εφαρμόσει την ως άνω οικ.2/42439/Α0024/2009 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (Φ.Ε.Κ. Β΄ 1162/15.06.2009) και για τον λόγο τούτο ο Ειδικός Λογαριασμός Δ.Ε.Τ.Ε. του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. που τηρείται, παρά τις ρητές και σαφείς επιταγές του νόμου, στον Κεντρικό Λογαριασμό του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και όχι χωριστά, παρακολουθείται από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. μόνον λογιστικώς (!!).
- 14.Επί τη βάσει των ανωτέρω αναφανδόν προκύπτει, ότι τα προερχόμενα από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. ποσά, αλλά και όλα όσα εξακολουθούν να συγκεντρώνονται έως και σήμερα από τα Δ.Ε.Τ.Ε. και τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων, θα έπρεπε να έχουν κατατεθεί και να εξακολουθούν να κατατίθενται και να τηρούνται χωριστά, στον ως άνω με αριθμό 250986/7 λογαριασμό (Λογαριασμός Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικός Λογαριασμός της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων). Τούτο δε, θα έπρεπε να έχει λάβει χώρα, κατά την ρητή επιταγή του άρθρου 17 παρ. 3 του ν. 2676/1999, σε κάθε περίπτωση μετά την, με μέριμνα και ενέργειες του κατά νόμο υπόχρεου Τ.Ε.Α.Δ.Υ., εκπόνηση (έστω και αν η διενέργεια και εκτέλεση της εν λόγω μελέτης ανετίθετο από το ως άνω αρμόδιο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. στην έχουσα τα μέσα προς την εκτέλεση της μελέτης Διεύθυνση Αναλογιστικών Μελετών της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων) της προβλεπόμενης αναλογιστικής μελέτης.
- 15.Εξ άλλου, με το άρθρο 35 του ν. 4052/2012 συστήθηκε ν.π.δ.δ. με την επωνυμία «Ενιαίο Ταμείο Επικουρικής Ασφαλίσεως» (Ε.Τ.Ε.Α.), το οποίο αποτελεί πλέον καθολικό διάδοχο του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ως προς όλα τα δικαιώματα και όλες τις υποχρεώσεις του τελευταίου.
- 16.Πλην, όμως, λόγω του γεγονότος, ότι, ούτε το Ε.Τ.Ε.Α. το οποίο διαδέχθηκε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., ούτε η Τράπεζα της Ελλάδος, ούτε βεβαίως η 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους έχουν εκπληρώσει τις ρητές και σαφείς κατά νόμο υποχρεώσεις τους, τα ως άνω ποσά (τα οποία περιήλθαν αρχικώς μεν στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ. από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ., ακολούθως δε στο Ε.Τ.Ε.Α., από και με την ένταξη του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. σε αυτό, εν συνεχεία δε από την εξακολουθητική είσπραξη ποσοστού επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων) δεν τηρούνται όπως θα έπρεπε χωριστά στον ως άνω Λογαριασμό Τελωνειακών Υπαλλήλων ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος.
- 17.Τούτο έχει ως αποτέλεσμα, αφ’ ενός μεν, να μην είναι γνωστό το ακριβές υπόλοιπο του ποσού, το οποίο θα έπρεπε προ πολλού ήδη χρόνου να έχει κατατεθεί στον ως άνω Λογαριασμό, αφ’ ετέρου δε, το ποσόν αυτό, το οποίο δικαιωματικώς και κατά νόμο ανήκει στους τελωνειακούς υπαλλήλους και δεν αποτελεί σε καμμία περίπτωση προϊόν κοινωνικών πόρων, να τελεί σε κίνδυνο παράνομης συγχύσεως με τα χρηματικά ποσά των υπόλοιπων ασφαλιστικών φορέων επικουρικής ασφαλίσεως, οι οποίοι συναπάρτιζαν το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και συναπαρτίζουν το Ε.Τ.Ε.Α. και τα αποθεματικά των οποίων (μεταξύ άλλων φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως) αποτελούν το Κοινό Κεφάλαιο των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και ασφαλιστικών φορέων, το οποίο διαχειρίζεται η Τράπεζα της Ελλάδος συμφώνως προς την παρ. 11 του άρθρου 15 του ν. 2469/1997.
- 18.Σημειώνουμε δε ξανά, ότι ο ιδιαίτερος χαρακτήρας των ποσών αυτών, τα οποία θα έπρεπε να τηρούνται χωριστά στον Ειδικό Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων, ο οποίος τηρείται στην Τράπεζα της Ελλάδος, καταδεικνύεται και αποδεικνύεται αν μη τι άλλο από το γεγονός, ότι μόνη κατά νόμο αρμόδια για την διαχείριση και λειτουργία του ως άνω Λογαριασμού, άρα και του συνόλου των ως άνω ποσών, όποια και αν είναι αυτά (τουλάχιστον βεβαίως € 89.500.000,00, όπως ρητώς ομολόγησε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο παρακολουθούσε, έστω και ως μη έδει, λογιστικώς την κίνηση των ποσών αυτών), ήταν και εξακολουθεί να είναι η 24η Διεύθυνση (Λογαριασμών του Δημοσίου) του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και σε καμμία περίπτωση η Τράπεζα της Ελλάδος (όπως άλλωστε έχει ομολογήσει κατά τα ανωτέρω και η ίδια).
Επειδή τα ανωτέρω είναι βάσιμα και αληθή.
Επειδή αμφότεροι εξ ημών έχουμε αυτονόητο, άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον να προβούμε σε κάθε νόμιμη ενέργεια για την εξυπηρέτηση και την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των τελωνειακών υπαλλήλων, τόσο των εν ενεργεία (οι πρώτοι εξ ημών) όσο και των συνταξιούχων (οι δεύτεροι εξ ημών).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΡΗΤΗ ΕΠΙΦΥΛΑΞΗ ΠΑΝΤΟΣ ΝΟΜΙΜΟΥ ΔΙΑΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΜΑΣ
(ιδίως δε όσον αφορά στην αποτίμηση και διεκδίκηση και των περιουσιακών δικαιωμάτων του καταργηθέντος Τ.Α.Υ.Τ.Υ. επί της, στην Αθήνα και δη επί της οδού Φιλελλήνων αριθμός 13-15 ευρισκόμενης, πολυκατοικίας ιδιοκτησίας του, η οποία περιήλθε, δυνάμει των άρθρων 16 παρ. 1 και 2 του ν. 2676/1999, στο Τ.Ε.Α.Δ.Υ.)
ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ
ΖΗΤΟΥΜΕ από όλους τους φορείς στους οποίους η παρούσα απευθύνεται και εντός του πλαισίου το οποίο ορίζεται για τον καθένα από τις διατάξεις των νόμων και από τις αρμοδιότητες τις οποίες οι τελευταίοι αναθέτουν στους φορείς αυτούς, να προβείτε αρμοδίως και αμελλητί σε κάθε νόμιμη, προβλεπόμενη και απαραίτητη ενέργεια προκειμένου:
- 1.να διενεργηθεί η προβλεπόμενη από την παρ. 3 του άρθρου 17 του ν. 2676/1999 αναλογιστική μελέτη,
- 2.να προσδιορισθούν επακριβώς και να μάς γνωστοποιηθούν εγγράφως και αναλυτικώς (πιστώσεις κατ’ είδος και ύψος, χρεώσεις κατ’ είδος και ύψος και υπόλοιπα) τα χρηματικά ποσά: α. τα οποία προήλθαν από και με την κατάργηση του Τ.Α.Υ.Τ.Υ. και την διαδοχή του από το Τ.Ε.Α.Δ.Υ. και β. τα οποία εξακολουθούν να συγκεντρώνονται εις χείρας του Ε.Τ.Ε.Α. το οποίο διαδέχθηκε το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., τόσο από το ποσοστό επί του συνόλου των εισπραττόμενων Δ.Ε.Τ.Ε., όσο και από τις κρατήσεις επί των αποδοχών των ασφαλισμένων τελωνειακών υπαλλήλων, (με την επιπλέον σημείωση, ότι προφανώς δεν αρκεί προς τούτο ο προχειρότατος, ακατανόητος και άσχετος με τα αιτηθέντα πίνακας τον οποίον μάς γνωστοποίησε το Ε.Τ.ΕΑ. με την από 19.04.2013 εξώδικη απάντησή του στην από 30.11.2012 εξώδικη διαμαρτυρία, πρόσκληση και δήλωσή μας)
- 3.να μεταφερθούν εντόκως, από την ημερομηνία κατά την οποία τούτο θα έπρεπε να έχει κατά νόμο λάβει χώρα, στον με αριθμό 250986/7 Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ./πρώην Διαχειριστικό Λογαριασμό της Υπηρεσιακής Μονάδας ΙΑ και νυν Τελωνειακών Υπαλλήλων τα ως άνω υπό β. χρηματικά ποσά, σε κάθε όμως περίπτωση να μεταφερθεί στον Λογαριασμό αυτόν και πάλι εντόκως, από την ημερομηνία κατά την οποία τούτο θα έπρεπε να έχει κατά νόμο λάβει χώρα, ποσόν το οποίο θα ανέρχεται τουλάχιστον στο ύψος των ογδόντα εννέα εκατομμυρίων πεντακοσίων χιλιάδων Ευρώ (€ 89.500.000,00), ήτοι στο ύψος το οποίο προσδιόρισε το ποσόν αυτό το Τ.Ε.Α.Δ.Υ., το οποίο παρακολουθούσε (έστω και παρανόμως) την κίνηση του ποσού αυτού λογιστικώς και το οποίο παρήγγειλε κατά τα ανωτέρω την Τράπεζα της Ελλάδος να μεταφέρει στον Λογαριασμό Τ.Ε.Α.Δ.Υ. Τελωνειακών Υπαλλήλων,
- 4.να ανακληθεί οιαδήποτε τυχόν διαχειριστική πράξη της παντελώς αναρμόδιας (καθ’ ομολογία της ίδιας) Τράπεζας της Ελλάδος, η οποία τυχόν έλαβε χώρα λόγω της (σε κάθε περίπτωση παράνομης) τυχόν συγχύσεως των ως άνω υπό β. ποσών (για τα οποία είναι και ήταν αναρμόδια) με τα λοιπά ποσά του Τ.Ε.Α.Δ.Υ. ή του Ε.Τ.Ε.Α. τα οποία αυτή διαχειρίζεται.
Είναι αυτονόητο, πως, σε περίπτωση κατά την οποία δεν συμμορφωθείτε με οιοδήποτε εκ των ανωτέρω αιτημάτων (καθ’ ο μέρος βεβαίως κάθε ένα από τα αιτήματα αυτά αφορά σε κάθε έναν από εσάς τους φορείς στους οποίους η παρούσα απευθύνεται) σας δηλώνουμε ότι θα εξαντλήσουμε κάθε εκ του νόμου προβλεπόμενο δικαίωμα, προκειμένου να επιτύχουμε την πλήρη αποζημίωσή μας για κάθε θετική ή αποθετική ζημία, την οποία προκάλεσε σε εν ενεργεία ή συνταξιούχους τελωνειακούς υπαλλήλους δια των πράξεων ή των παραλείψεων, τόσο οιοσδήποτε εξ υμών ως νομικών προσώπων ή/και φορέων/υπηρεσιών, όσο και οιοδήποτε εκ των αρμοδίων και υπαιτίων φυσικών προσώπων - οργάνων του. Σάς δηλώνουμε επίσης, ότι, ειδικώς ως προς τα εμπλεκόμενα και τυχόν υπαίτια φυσικά πρόσωπα, θα εξαντλήσουμε ομοίως κάθε εκ του νόμου προβλεπόμενο δικαίωμα, προκειμένου να επιδιώξουμε και να επιτύχουμε και τον ποινικό κολασμό τους.
ΓΙΑ ΤΗΝ Ο.Τ.Υ.Ε.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΡΙΜΠΟΝΙΑΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΠΟΥΚΟΥΒΑΛΑ
ΓΙΑ ΤΗΝ Π.Ε.Σ.Τ.Υ.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΕΝ. ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΝΙΟΒΗ ΒΑΣΙΛΑΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΠΛΑΚΑΣ
Αμφισβητήθηκε από το Γενικό Λογιστήριο το 20% επί του συνόλου των εισπρατομένων ΔΕΤΕ Νόμος 1798/81
Αγαπητοί Συνάδελφοι Συνταξιούχοι Τελωνειακοί.
Προς στιγμή αμφισβητήθηκε από το Γενικό Λογιστήριο το 20% επί του συνόλου των εισπρατομένων ΔΕΤΕ Νόμος 1798/81 αρ. 11 που δίνεται στο ΤΕΑΔΥ για την ενίσχυση της επικουρικής σύνταξης των Συνταξιούχων Τελωνειακών Υπαλλήλων. Έγινε ερώτημα στο Νομικό Σύμβουλο . Η Υπόθεση έχει αναλυτικά ως κατωτέρω.